Μετά την επανάσταση και τον γλιτωμό απο την σφαγή της Χίου, ο Μιχαήλ Κόλλας ήλθε στην Ζάκυνθο και πριν απο το 1834, εγκαταστάθηκε στην Πάτρα. Ο Μιχαήλ και ο γιός του Ανδρέας εμπνεύστηκαν την ιδέα της έπαυλης και για την οικοδόμηση της ζήτησαν την φαντασία και το πνεύμα εξόχων αρχιτεκτόνων της ρομαντικής σχολής με πολύτιμα στοιχεία λυρισμού και ανάτασης.
Το έτος 1835 παρεκλήθη ο γερμανός αρχιτέκτων Ερνέστος Τσίλλερ ως ειδήμονας και επιδέξιος χειριστής εμπνεύσεων απο τον νεοκλασικισμό και την γερμανική νοοτροπία. Ο Τσίλλερ πρότεινε σχεδόν καθαρά νεοκλασικό στύλ με αρχιτεκτονικά στοιχεία κατασκευασμένα με ψευδή δόμηση απο αμμοκονία ή μαρμαρικονία, τα οποία κατά τον ρώσο αρχιτέκτονα Βολσώφ, που εκλήθη αργότερα έπρεπε να απορριφθούν διότι το σχέδιο Τρίλλερ ταράσσει την λιτή και ήρεμη αισθητική που είχε προτείνει ο ίδιος ο Βολσώφ στην οικογένεια Κόλλα. Αυτός εγγυήθηκε την ανάληψη της οικοδόμησης, προσδίδοντας στο έργο πλούσια χάρη, καλαισθησία με εσωτερική αλλά και εξωτερική επιζωγράφιση στα διαζώματα με γοτθικά φυτικά μοτίβα από γεώδη χρώματα της αργίλου και του πωρόλυθου.
Τελικά την ανάληψη του έργου ανέλαβε ο Βολσώφ με τον Έλληνα αρχιτέκτονα Νικολούδη. Το έργο άρχισε στις αρχές του 1880 και περατώθηκε το 1890.
Η έπαυλις είναι διώροφη με σοφίτα και το συνολικό εμβαδόν της είναι 385 τ.μ. Με κύρια είσοδο στην δυτική οψη που εμφανίζεται με στοά απο οξυκόρυφα τόξα, που στον όροφο μετατρέπεται σε σκεπαστή βεράντα, με ξύλινα διακοσμητικά γοτθικά μοτίβα. Χαρακτηριστικό στοιχείο της έπαυλης είναι οι δύο οκταγωνικοί πύργοι, συμμετρικά τοποθετημένοι στις γωνίες της βόρειας όψης που καλύπτονται με οξυκόρυφες στέγες απο μεταλλικές φολίδες.
Μοιάζουν σαν αν καταλήγουν σε πυραμοειδείς μεταλλικούς σχηματισμούς καθώς και σε γοτθικές οξύγωνες τοξοειδείς αιχμές στα υπέρυθρα και στο προστώο που στηρίζεται η μεγάλη βεράντα στολισμένη με τα αραβουργήματα της σκεπής της.
Μετά την οικοδόμηση του θαυμαστού αυτού έργου δεν έλειψαν και οι κριτικές απο το περιβάλλον των αρχιτεκτονικών κύκλων, οπαδών των διαφόρων ρευμάτων της εποχής. Μιά μερίδα απο αυτούς έκρινε οτι η δομή της έπαυλης και η σύνθεση δεν υπάκουσαν στον ρυθμό του κλασικού στοιχείου, αλλά υποτάχτηκε στο σοβαρό γοτθικό ύφος και ο αρχιτέκτονας ςντέγραψε διακοσμητικά στοιχεία με αυτοσχεδιασμό πάνω σε απομιμήσεις που εισήγαγε και ο Ερνέστος Τσίλλερ.
Παρά τις διάφορες κριτικές, η έπαυλη Κόλλα αποτελεί αξιοθαύμαστο δείγμα αρχιτεκτονικού μεγαλουργήματος για την περιοχή μας και είναι πανθομολογούμενη η αλήθεια οτι η έπαυλη Κόλλα διακρίνεται για την αρμονική σύνθεση αναλογιών και τυπολογιών διαφορετικής προέλευσης ιστορικών και αρχιτεκτονικών στοιχείων.
O κήπος της έπαυλης Κόλλα
Η έπαυλη περιβάλλεται απο θαυμάσιο κήπο εξαίρετης απόλαυσης. Ο κήπος της έπαυλης είχε άριστη, μελετημένη και πλούσια φύτευση απο ειδικό γεωπόνο απο την Ιταλία. Το 1990 η γεωργική υπηρεσία παρεχώρησε εις τον Κόλλα πλούσια συλλογή πεύκων, φοινίκων, κυπαρίσσων, καφεοδένδρων και μπαμπού. Είχαν φυτευθεί πλάτανοι, λεύκες καθώς και ευκάλυπτοι. Γύρω απο το κτήμα και την έπαυλη είχαν φυτευτεί οπωροφόρα δένδρα, αμυγδαλιές, ελαιώνας και πυκνή θαμνοειδής βλάστηση.
Κατά το έτος 1903 είχαν δημιουργηθεί διάφοροι χρωματισμοί με αραιούς αναβαθμούς, ελικοειδείς δρομίσκοι, σκάλες λίθινες και ξύλινες που οδηγούσαν σε φυσικούς και τεχνικούς εξώστες. Επίσης υπεραρκετός χώρος είχε καλυφθεί απο δασικά καλλωπιστικά δένδρα ώστε να αποτελεί πνεύμονα πρασίνου και μαγευτικού κάλους.